Παπίκιον ὄρος: ἕνας ξεχασμένος ἱερὸς τόπος τῆς Ροδόπης

Τὸ ἀναφερόμενο ἀπὸ τοὺς βυζαντινοὺς Παπίκιον ὄρος γιὰ πολλοὺς αἰῶνες εἶχε περιέλθει στὴ σφαίρα τῆς λήθης. Ἐνδεικτικὸ αὐτῆς τῆς κατάστασης ἦταν τὸ γεγονὸς ὅτι ὁ Ἀντώνιος Μηλιαράκης, ὁ πρῶτος μελετητὴς ποὺ ἀσχολήθηκε μὲ τὸ θέμα, ταύτισε σὲ ἐργασία του τὸ 1897 τὸ ὄρος Παπίκιο μὲ τὸ ὄρος Ρίλα στὴ Βουλγαρία. Τόσο χαμένα ἦταν τὰ ἴχνη του. 

Χρειάστηκε νὰ περάσουν δεκαετίες, γιὰ νὰ φτάσουμε στὸν σωστὸ καὶ ἀκριβὴ προσδιορισμὸ τῆς θέσης του. Αὐτὸ ἔγινε μὲ τὴν ἐργασία τοῦ Στίλπωνος Κυριακίδη, ποὺ δημοσιεύτηκε τὸ 1923 καὶ ταύτισε τὸ Παπίκιο ὄρος μὲ τὸ ὄρος ποὺ βρίσκεται βορείως τῆς Κομοτηνῆς καὶ τῆς βυζαντινῆς Μοσυνούπολης, τὸ ὁποῖο ἦταν γνωστὸ τότε μὲ τὸ ὄνομα Kartal Dagi ἢ Ἀετοβούνι. Ἡ περιοχὴ τοῦ βουνοῦ ὁρίζεται δυτικὰ ἀπὸ τὴν κοίτη τοῦ ποταμοῦ Κομψάτου, ἀνατολικὰ ἀπὸ τὸν ἐπαρχιακὸ δρόμο Κομοτηνῆς-Καρυδιᾶς-Πανδρόσου-Νυμφαίας, καὶ τὰ περισσότερα χωριὰ τῆς περιοχῆς εἶναι σήμερα Πομακοχώρια: Πόα, Διχάλα, Κάβος, Κερασιά, Βροντή, Μικρὴ Ἄδα.

Παρὰ τὴν ταυτοποίηση τοῦ ὄρους, χρειάστηκε νὰ περάσουν κι ἄλλες δεκαετίες, προκειμένου νὰ ἔρθουν στὴν ἐπιφάνεια τὰ εὐρήματα, τὰ ὁποῖα τεκμηριώνουν τὸ ἱερὸ παρελθόν του. Αὐτὸ ἔγινε μὲ τὶς προανασκαφικὲς ἔρευνες τοῦ Θανάση Παπαζώτου, μὲ τὶς ὁποῖες ἐντοπίστηκαν οἱ περιοχὲς μὲ τὰ ἐρείπια τῆς μοναστικῆς ζωῆς στὶς νότιες ὑπώρειες τοῦ ὄρους (1980), καὶ τὶς ἀνασκαφικὲς ἔρευνες τοῦ Νίκου Ζήκου στὶς περιοχὲς αὐτὲς ἀπὸ τὸ 1983 ἕως τὸ 1995.

Μὲ βάση τόσο τὶς γραπτὲς πηγὲς ὅσο καὶ τὰ εὐρήματα τὸ Παπίκιο ὅρος ὑπῆρξε  τόπος μοναστικῆς ζωῆς ἀνάμεσα στὸν 11ο καὶ τὸν 14ο μ.Χ. αἰώνα. Ἡ ἐπιγραφὴ «Θεοτόκε βοήθει τῷ πρώτω τοῦ Παπικίου» σὲ μολυβδόβουλο τοῦ 11ου αἰώνα μαρτυρεῖ σὲ αὐτὸ τὴ λειτουργία μιᾶς ἑνιαίας μοναστικῆς διοίκησης μὲ τὴν ὕπαρξη τοῦ θεσμοῦ τοῦ «Πρώτου», ὅπως καὶ στὸ Ἅγιο Ὄρος. Στὴ μοναστικὴ πολιτεία του συνυπῆρχαν καὶ οἱ δύο τύποι ὀργάνωσης τοῦ μοναχισμοῦ: ἀπὸ τὴ μιὰ ὁ ἐρημικὸς μοναχικὸς βίος καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη ὁ κοινοβιακὸς βίος τῶν ὀργανωμένων μοναστηριακῶν συγκροτημάτων (τῶν “πλείστων σεμνείων καὶ φροντιστηρίων”, ὅπως λένε οἱ χρονογράφοι), τὰ ἐρείπια δύο ἐκ τῶν ὁποίων ἀνακαλύφθηκαν βορείως τῶν χωριῶν τῆς Κομοτηνῆς, Ληνὸς καὶ Σώστης πρὸς Κερασιά.

Σύμφωνα μὲ τὴν ἄποψη τοῦ ἀρχαιολόγου Εὐάγγελου Παπαθανασίου, ἡ πιθανότερη ἐκδοχὴ τῆς προέλευσης τοῦ ὀνόματος Παπίκιο εἶναι ἀπὸ τὴν ἀρμενικὴ λέξη Παπίκ, ποὺ σημαίνει τὸν παπούλη (τὸν γέροντα). Ἔτσι, μεταφράζοντας τὸ ὄνομα μὲ βάση αὐτὴ τὴν ἐκδοχὴ θὰ λέγαμε ὅτι τὸ Παπίκιο ὄρος εἶναι τὸ ὄρος τῶν Γερόντων. Τὴν ἐκδοχὴ τῆς ἀρμενικῆς προέλευσης τοῦ ὀνόματος ἐνισχύει καὶ μιὰ ἀπὸ τὶς πρῶτες γραπτὲς μαρτυρίες ποὺ ἔχουμε γι’αὐτό, ἡ ὁποία προέρχεται ἀπὸ τὸ Τυπικὸ τῆς Μονῆς τῆς Θεοτόκου της Πετριτζιωτίσσης (σήμερα Bachkovski manastir). Ἡ Μονὴ ἱδρύθηκε τὸν 11ο αἰώνα νοτίως της Φιλιππούπολης, στὶς βόρειες πλαγιὲς τῆς ὀροσειρᾶς τῆς Ροδόπης, ἀπὸ τὸν ἀρμενο – ἰβηρικῆς καταγωγῆς Γρηγόριο Πακουριανὸ. Μόνασαν σὲ αὐτὴ μοναχοὶ γεωργιανῆς καὶ ἀρμενικῆς καταγωγῆς καὶ τὸ Τυπικό της (1083 μ.Χ.), τὸ ὁποῖο γράφτηκε σὲ τρεῖς γλῶσσες (ἀρμενική, ἰβηρικὴ κι ἑλληνική), ἀναφέρεται σὲ μετόχι τῆς Μονῆς “τοῦ ἐπ’ ὀνόματι καὶ τιμὴ τοῦ ἁγίου Γεωργίου ἱδρυμένου κατὰ τὸ ὄρος τὸ Παππίκιον”.

Τὸ πιθανότερο εἶναι ὅτι ὄχι μόνο το ὄνομα ἀλλὰ κι ἕνα μέρος τοῦ μοναστικοῦ πληθυσμοῦ τοῦ Παπίκιου ὄρους ἦταν ἀρμενικῆς προέλευσης. Μάλιστα, κάποιοι ἀπὸ αὐτοὺς δὲν ἀποκλείεται νὰ ἦταν καὶ Παυλικιανοὶ Ἀρμένιοι. Σύμφωνα μὲ τὴν βιογραφία τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, γραμμένη ἀπὸ τὸν πατριάρχη ἅγιο Φιλόθεο Κόκκινο, γύρω στὸ 1316-17 ὁ νεαρὸς τότε Γρηγόριος, κατευθυνόμενος ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολη πρὸς τὸ Ἅγιον Ὄρος, σταμάτησε γιὰ νὰ ξεχειμωνιάσει στὸ Παπίκιο. Ἐκεῖ ἐκτός τῶν ἄλλων συνομίλησε καὶ μὲ τοὺς πατέρες μιᾶς ἀδελφότητας ποὺ ἦταν Παυλικιανοὶ καὶ κατάφερε νὰ μεταπείσει πολλοὺς ἀπὸ αὐτούς.

Ὁ μαρασμὸς αὐτῆς τῆς μοναστικῆς πολιτείας καὶ ἡ ἐξαφάνισή της ἀπὸ τὸν 14ο μ.Χ. αἰώνα καὶ ὕστερα ἀποτελεῖ μέχρι σήμερα ἕνα ζήτημα, γιὰ τὸ ὁποῖο δὲν ἔχει δοθεῖ μία πειστικὴ ἀπάντηση.

Αν σου άρεσε, κοινοποίησέ το να το δουν και άλλοι!