Ἡ Πρασινάδα τῆς Δράμας καὶ ὁ Ἅγιος Γεώργιος Περιστερεώτας
Ὅταν οἱ κάτοικοι τοῦ χωριοῦ Λιβάδια τῆς ἐπαρχίας Γαλίαινας τῆς Τραπεζούντας ἦρθαν στὴν Ἑλλάδα πρόσφυγες τὸ 1923, ἀναζήτησαν ἕναν καινούργιο τόπο, γιὰ νὰ μπορέσουν νὰ στεριώσουν. Ὑπὸ τὴν καθοδήγηση τοῦ δημοδιδασκάλου Ἰακώβου Παντελίδη καὶ τοῦ ἱερομονάχου Ἰωάννη Ποικιλίδη ὁδηγήθηκαν στὴν περιοχὴ τοῦ Παρανεστίου καὶ ἐπέλεξαν ἕνα χωριὸ τῆς περιοχῆς ποὺ εἶχε ἐγκαταλειφθεῖ, τὸ ὁποῖο πῆρε τὸ ὄνομα Πρασινάδα.
Πολλοὶ μπορεῖ νὰ ἦταν οἱ λόγοι ποὺ τοὺς ὁδήγησαν σὲ αὐτό. Ὡστόσο, ξεχωριστὴ σημασία μεταξὺ αὐτῶν εἶχε τὸ γεγονὸς τῆς ὁμοιότητας τοῦ βράχου ποὺ εἶδαν νὰ ὑψώνεται πάνω ἀπὸ τὸ νέο τους τόπο μὲ τὸν βράχο στὴν Γαλίαινα τοῦ Πόντου, στὸν ὁποῖο ἦταν χτισμένο τὸ ἱστορικὸ μοναστήρι τοῦ Ἁγίου Γεωργίου τοῦ Περιστερεώτα.
Τὴν πρώιμη ἱστορία τῆς μονῆς τοῦ Αγίου Γεωργίου τὴν καλύπτει ἡ ἀχλὴ τοῦ χρόνου. Σύμφωνα μὲ κώδικα ἡ ἱστορία τῆς Μονῆς ἀρχίζει τὸ 752 μ.Χ., ὅταν τρεῖς ἀσκητές ὁδηγήθηκαν ἀπὸ τρία περιστέρια στὴ θέση ποὺ χτίστηκε ἡ Μονὴ. Στὶς ἀρχὲς τοῦ 16ου αἰώνα τὸ μοναστήρι ἀναγνωρίστηκε ὡς Σταυροπηγιακὴ Μονὴ, ἀνυψώθηκε σὲ πατριαρχικὴ ἐξαρχία καὶ πέρασε σὲ αὐτὸ ἡ ἐκκλησιαστικὴ καὶ διοικητικὴ ἐποπτεία τῶν δεκαοκτῶ χωριῶν τῆς ἐπαρχίας Γαλίαινας τῆς Τραπεζούντας.
Μεταξύ των χωριῶν αὐτῶν ἦταν καὶ τὸ χωριὸ Λιβάδια, ἑνῶ ἀρκετοὶ ἀπὸ τοὺς μοναχούς τοῦ μοναστηριοῦ προέρχονταν ἀπὸ τὸ χωριὸ αὐτό, μεταξύ των ὁποίων καὶ οἱ δύο τελευταῖοι ἡγούμενοι τοῦ Μοναστηριοῦ, Ἱερεμίας καὶ Γρηγόριος, καθὼς καὶ ὁ Μοναχὸς Γρηγόριος Σιδηρουργόπουλος ὁ ἐπονομαζόμενος Πατροκοσμᾶς τοῦ Πόντου.
Στὸ προσκυνητάρι τῆς Μονῆς στὸν Πόντο ὑπῆρχε μία φορητὴ εἰκόνα τοῦ Ἁγίου Γεωργίου Περιστερεώτα, ἡ ὁποία εἶναι ἔργο τοῦ 1631. Παρὰ τὸ γεγονὸς ὅτι οἱ μοναχοὶ ἀναγκάστηκαν ὑπὸ ἄγριες συνθῆκες τὸ 1923 νὰ ἐγκαταλείψουν τὴ Μονή, ἡ εἰκόνα δὲν χάθηκε. Τὸ ἱερό κειμήλιο μεταφέρθηκε ὡς πολύτιμος μαργαρίτης ἀπὸ τὸν ἱερομόναχο Ἰλαρίωνα Περιστεριώτη στὴν Ἑλλάδα. Τὸ 1961 ἡ εἰκόνα παραδόθηκε στὸ Σωματεῖο Ἅγιος Γεώργιος Περιστερεώτα.
Τότε ὑπῆρξε ἡ σκέψη νὰ γίνει μοναστήρι τοῦ Ἁγίου Γεωργίου στον βράχο πάνω ἀπὸ τὴν Πρασινάδα καὶ νὰ φυλαχθεῖ σὲ αὐτὸ ἡ εἰκόνα. Ὡστόσο, ἄλλο ἦταν τὸ σχέδιο τῆς Θείας Οἰκονομίας. Τὴ δεκαετία τοῦ ’90 μέσα ἀπὸ ἕνα τάμα καὶ ἀπὸ τὰ ὄνειρα ποὺ ἀκολούθησαν, ἀνοίγοντας τὰ θεμέλια γιὰ τὸ χτίσιμο ἑνὸς ναοῦ, ἦρθαν στὸ φῶς εὐρήματα, τὰ ὁποῖα ἐπιβεβαίωσαν τὴν ἱερότητα τοῦ βράχου κι ἔδωσαν ὤθηση στὸ νὰ χτιστεῖ ὁ περικαλλὴς ναός, ὁ ὁποῖος ἀποτελεῖ σήμερα τὸ Καθολικό της Μονῆς τῆς Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος, τῆς Νέας Περιστερᾶς.