Πέρα ἀπὸ τὴ μελαγχολία: ἕνα θεολογικὸ σχόλιο στὸ ἔργο τοῦ Θόδωρου Ἀγγελόπουλου

Τὸ βροχερό, χειμωνιάτικο βράδυ τῆς 24ης Ἰανουαρίου 2012, μέσα στὴν ἐφιαλτική, βιομηχανικὴ ζώνη τῆς Δραπετσώνας, μὲ δεκάδες κομπάρσους ἕτοιμους γιὰ τὸ γύρισμα, γράφτηκε ἕνας ἐπίλογος. Ὁ σκηνοθέτης Θόδωρος Ἀγγελόπουλος κατέληξε στὸν ψυχρὸ ὁδόστρωμα τῆς ἀσφάλτου, ἀφήνοντας πίσω του ἕνα ἔργο, στὸ ὁποῖο συνεχῶς ἐπανερχόμαστε.

Ὅπως εἶχε πεῖ καὶ ὁ ἴδιος, παρὰ τὸ πλῆθος τῶν ἔργων ποὺ ἔφτιαξε, ἦταν σὰν νὰ εἶχε γυρίσει μόνο ἕνα, καὶ ὅτι ὅλα τὰ ἐπιμέρους δὲν ἦταν παρὰ κομμάτια αὐτοῦ τοῦ ἑνός. Μὲ τὸν ἴδιο τρόπο κάποτε ὁ γέροντας Βασίλειος τῆς Ἰβήρων τοῦ Ἁγίου Ὄρους εἶχε πεῖ ὅτι μπορεῖ νὰ γράφει καὶ νὰ μιλάει γιὰ διάφορα, ὅμως κατὰ βάθος γράφει καὶ μιλάει πάντα γιὰ τὸ ἴδιο.

Ὁ Ἀγγελόπουλος ἔστησε γιὰ πρώτη φορὰ τὸ σκηνικὸ ἑνὸς τραγικοῦ δράματος πάνω στὰ χωριὰ τῆς Πίνδου, στὸ Μονοδέντρι καὶ τὴ Βίτσα, ὅπου τὸ 1970 γύρισε ἐκεῖ τὴν Ἀναπαράσταση. Ο ξενιτεμένος γυρνάει στὸ σπίτι του, σ’ ἕνα χωριὸ τῆς Ἠπείρου. Ἐκεῖ τὸν περιμένει, ὅπως καὶ τὸν Ἀγαμέμνονα, τὸ δολοφονικὸ πάθος τῆς γυναίκας του καὶ τοῦ ἐραστῆ της.

Ἔκτοτε τὸ σκηνικὸ μπορεῖ νὰ ἄλλαξε. Ὅμως ὁ πυρήνας παρέμεινε ὁ ἴδιος: ὁ τραγικὸς κόσμος καὶ τὸ αἴσθημα μελαγχολίας καὶ ἀνεστιότητας μέσα σὲ αὐτόν. Καὶ τὸ αἴσθημα αὐτὸ δὲν τὸ μεταφέρουν ἁπλῶς τὰ λόγια τοῦ σεναρίου, ἀλλὰ ἡ ἴδια ἡ εἰκόνα, μὲ τὴν κάμερα νὰ ἀποτελεῖ ἐνσάρκωση αὐτοῦ τοῦ ἀνέστιου βλέμματος.

Τὴ μελαγχολία αὐτὴ τὴν ἔζησε κάποτε καὶ τὴν ἀποτύπωσε μὲ θεολογικὴ γλώσσα κι ἕνας ἐκκλησιαστικὸς πατέρας, ὁ ἱερὸς Αὐγουστίνος (5ος αιώνας μ.Χ.), λέγοντας ὅτι μέσα στὴν ἱστορία ὁ ἄνθρωπος πρέπει νὰ νιώθει καταδικασμένος. Μόνο ὅταν οἱ πολιτεῖες τῶν ἀνθρώπων θὰ ἔχουν χαθεῖ καὶ θὰ ἔχουν γίνει στάχτη, μόνο τότε θὰ ἀναδυθεῖ καὶ θὰ σταθεῖ αἰώνια μέσα στὴ δόξα της ἡ Πολιτεία τοῦ Θεοῦ.

Ὅταν οἱ θέσεις αὐτὲς τοῦ Αὐγουστίνου διατυπώθηκαν σὲ κείμενα, προβλημάτισαν τοὺς μοναχοὺς στὰ μοναστικὰ κέντρα τῆς Βόρειας Ἀφρικῆς καὶ τῆς Νότιας Γαλλίας. Ἕνας ἀπὸ αὐτοὺς τοὺς μοναχούς, ὁ Ἰωάννης Κασσιανός, ἀπάντησε στὸν ἱερὸ Αὐγουστίνο.

Μέσα σὲ αὐτὴ τὴ ζοφερὴ καὶ μελαγχολικὴ αἴσθηση τῆς ἀνθρώπινης ἱστορίας ποὺ ἀποτύπωσε ὁ Αὐγουστίνος, ὁ ἅγιος Κασσιανός εἶδε νὰ κρύβεται κατὰ βάθος μία πλάνη. Ἔτσι, στὴν ἀπάντησή του ἔγραψε ὅτι γιὰ τὸν ἄνθρωπο ποὺ μὲ τὴν ἄσκησή του θὰ πολεμήσει τὴν αἰχμαλωσία τῆς ψυχῆς, τὸ φῶς τῆς θεϊκῆς παρουσίας δὲν εἶναι μία μελλοντικὴ προσδοκία, ἀλλὰ ἤδη παρὸν μέσα σ’ ἕναν κόσμο κατὰ τὰ ἄλλα σκοτεινό.

Αν σου άρεσε, κοινοποίησέ το να το δουν και άλλοι!