Αγιος Συμεών ὁ νέος Θεόλογος: ἀπόσπασμα τῆς μυστικῆς εὐχῆς του

Ἡ μνήμη τοῦ ἁγίου Συμεὼν τοῦ Νέου Θεολόγου εἶναι στὶς 12 Μαρτίου, ἡμέρα τῆς κοίμησής του. Ὡστόσο, ὁ ἑορτασμὸς αὐτὸς δὲν εἶναι δυνατός, καθὼς πέφτει μέσα στὴ Μεγάλη Τεσσαρακοστή. Ἔτσι, ἔχει μετατεθεῖ στὶς 12 Ὀκτωβρίου.

Ἡ Ἐκκλησία θέλησε ὁπωσδήποτε νὰ ὑπάρχει ὁ ἑορτασμὸς τῆς μνήμης του, καθὼς ὁ ἅγιος Συμεὼν ὑπῆρξε μὲ τὴ ζωὴ καὶ τὸ ἔργο του ἕνας ξεχωριστὸς ἐκφραστὴς τῆς ἀλήθειας της, ἡ ὁποία συχνὰ γίνεται δυσδιάκριτη, καθὼς ἀναμειγνύεται μὲ πλῆθος ἑτερογενῶν στοιχείων, χωρὶς πολλὲς φορὲς νὰ ὑπάρχει συνείδηση αὐτῆς τῆς ἑτερογένειας.

Ἡ ἀλήθεια γιὰ τὴν ὁποία μίλησε ὁ Ἅγιος Συμεὼν εἶναι τὸ φῶς τῆς χάριτος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τὸ ὁποῖο παραμένει συνεχῶς παρὸν μέσα στὴν σκοτεινή κατὰ τὰ ἄλλα ἀνθρώπινη ἱστορία. Ἂν ὁ ἄνθρωπος κατανοήσει τὸ σκότος ποὺ τὸν τυφλώνει, τότε ἡ καρδιά του μπορεῖ νὰ φτάσει στὴν ἐμπειρία αὐτῆς τῆς παρουσίας.

Αὐτὴ τὴν ἐμπειρία ἐκφράζει ὁ ἅγιος Συμεὼν καὶ στὸ ἑξῆς ἀπόσπασμα τῆς μυστικῆς εὐχῆς του:

Σ’ εὐχαριστῶ, γιατί ἔγινες ἕνα πνεῦμα μαζί μου,
ἀσυγχύτως, ἀτρέπτως καὶ ἀναλλοιώτως,
ἐσὺ ποὺ εἶσαι τῶν πάντων Θεὸς
κι ἐσὺ ποὺ ἔχεις γίνει γιὰ μένα τὰ πάντα.

[Εὐχαριστῶ σοι, ὅτι ἕν πνεῦμα ἐγένου μετ᾿ ἐμοῦ˙
ἀσυγχύτως, ἀτρέπτως, ἀναλλοιώτως
ὁ ἐπί πάντων Θεός,
καί αὐτός μοι τά πάντα ἐν πᾶσι γεγένησαι]

Τροφὴ ἀνέκφραστη ποὺ δὲν τελειώνει ποτέ,
ποὺ διαρκῶς ξεχειλίζει στὴ ψυχή μου
καὶ ἀναβλύζει ἀπὸ τὴν πηγὴ τῆς καρδιᾶς μου.

[τροφή ἀνεκλάλητος καί εἰς ἅπαν ἀδάπανος,
ἀενάως ὑπερεκχεομένη τοῖς τῆς ἐμῆς ψυχῆς χείλεσι
καί ὑπερεκβλύζουσα ἐν τῇ πηγῇ τῆς καρδίας μου]

ἔνδυμα ἀστραφτερό, ποὺ κατακαίει τοὺς δαίμονες,
κάθαρση ποὺ μὲ ξεπλένει μὲ ἅγια καὶ ἄφθαρτα δάκρυα,
τὰ ὁποῖα χαρίζει ἡ παρουσία σου σὲ ὅσους ἔρχεσαι.

[ἔνδυμα ἀπαστράπτον καί καταφλέγον τούς δαίμονας,
κάθαρσις διά ἀφθάρτων καί ἁγίων δακρύων ἐκπλύνουσά με,
ὧν ἡ σή παρουσία, πρός οὕς παραγίνῃ, χαρίζεται]

Σ’ εὐχαριστῶ, γιατί ἔχεις γίνει γιὰ μένα φῶς ἀνέσπερο καὶ ἥλιος ἄδυτος,
μὴν ἔχοντας τόπο νὰ κρυφτεῖς,
ἐσὺ ποὺ γεμίζεις τὰ σύμπαντα μὲ τὴν λαμπρότητά σου.

[Εὐχαριστῶ σοι, το φῶς ἀνέσπερόν μοι γεγένησαι καί ἥλιος ἄδυτος,
ποῦ κρυβῆναι μή ἔχων
ὁ πληρῶν τῆς σῆς δόξης τά σύμπαντα]

Γιατί δὲν κρύφτηκες ποτὲ ἀπὸ κανέναν,
ἀλλὰ ἐμεῖς κρυβόμαστε πάντοτε ἀπὸ σένα,
μὴ θέλοντας νὰ ἔρθουμε σὲ σένα.

[Οὐδέποτε γάρ ἀπεκρύβης ἀπό τινος,
ἀλλ᾿ ἡμεῖς ἀεί κρυπτόμεθα ἀπό σοῦ,
ἐλθεῖν πρός σέ μή βουλόμενοι]

Ἀλλὰ ποὺ νὰ κρυφτεῖς,
ἀφοῦ εἶσαι παντοῦ;
Ἢ γιὰ ποιὸν λόγο νὰ κρυφτεῖς,
ἀφοῦ κανέναν ποτέ δὲν ἀποστρέφεσαι,
καὶ κανέναν δὲν ντρέπεσαι;

[Ποῦ γάρ καί κρυβήσῃ
ὁ μηδαμοῦ ἔχων τόπον τῆς σῆς καταπαύσεως;
Ἤ διά τί,
ὁ μήποτε ἀποστρεφόμενος τῶν πάντων τινά,
μήτε τινά αὐτῶν ἐντρεπόμενος;]

Τώρα, λοιπόν, Δέσποτα, σκήνωσε καὶ κατοίκησε μέσα μου,
καὶ μεῖνε ἀδιαστάτως καὶ ἀχωρίστως
μέχρι τέλους σὲ μένα τὸν δοῦλο σου, Ἀγαθέ,
γιὰ νὰ βρεθῶ κατὰ τὴν ἔξοδο καὶ μετὰ τὴν ἔξοδο τῆς ψυχῆς μου μέσα σὲ σένα, Ἀγαθέ,
καὶ νὰ βασιλεύσω μαζί μ’ ἐσένα, τὸν πάντων Θεό.

[Νῦν οῦν ἐνσκήνωσον, Δέσποτα, ἐν ἐμοί και κατοίκησον
καί μεῖνον ἀδιαστάτως, ἀχωρίστως
μέχρι τέλους ἐν ἐμοί τῷ δούλῳ σου, ἀγαθέ,
ἵνα κἀγώ εὑρεθῶ ἐν τῇ ἐξόδῳ μου καί μετά τήν ἔξοδον ἐν σοί, ἀγαθέ,
καί συμβασιλεύσω σοι, τῷ ἐπί πάντων Θεῷ!]

Μεῖνε, Δέσποτα, καὶ μὴ μ’ ἀφήσεις μόνο,
ὥστε ὅταν ἔρχονται οἱ ἐχθροί μου,
ποὺ ζητοῦν πάντοτε νὰ καταπιοῦν τὴν ψυχή μου ,
καὶ σὲ βρίσκουν μέσα μου,
νὰ φεύγουν παντοτινὰ καὶ νὰ μὴ μποροῦν νὰ μ’ ἐνοχλήσουν,
βλέποντας ἐσένα, τὸν ἰσχυρότερο πάντων,
νὰ κάθεσαι μέσα στὴν κατοικία τῆς ταπεινῆς μου ψυχῆς.

[Μεῖνον, Δέσποτα, καί μή ἐάσῃς με μόνον,
ἵνα ἐρχόμενοι οἱ ἐχθροί μου,
οἱ ζητοῦντες ἀεί τοῦ καταπιεῖν την ψυχήν μου
καί εὑρίσκοντές σε μένοντα ἐν ἐμοί,
φεύξωνται παντελῶς καί μή ἰσχύσωσι κατ᾿ ἐμοῦ,
βλέποντές σε, τον ἰσχυρότερον πάντων,
ἔνδοθεν καθήμενον ἐν τῇ οἰκίᾳ τῆς ταπεινῆς μου ψυχῆς.]

Αν σου άρεσε, κοινοποίησέ το να το δουν και άλλοι!