Βία (ἐνδοοικογενειακή, νεανική): ἡ ὁδὸς διαφυγῆς

(Ἀπόσπασμα ἀπὸ τὴν εἰσήγηση τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Δράμας κ. Δωροθέου στὴν τακτικὴ Συνεδρία τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, 3/10/24).

Τόσο ἡ ἐνδοοικογενειακὴ ὅσο καὶ ἡ νεανικὴ βία ἀπορρέουν καὶ καλλιεργοῦνται ἀπὸ πολιτισμικὰ πρότυπα, τὰ ὁποῖα ἔχουν ὡς κεντρικὸ ἄξονα μιὰ στρεβλὴ καὶ ἐν πολλοῖς νοσηρὴ ἔννοια τῆς δύναμης, τὴν ἔννοια τῆς δύναμης ὡς κυριαρχίας… Ὡστόσο, ἡ κατ’ αὐτὸν τὸν τρόπο κατανόηση τῆς δύναμης δὲν εἶναι τίποτα ἄλλο παρὰ προϊόν τῆς αἰχμαλωσίας τοῦ ἀνθρώπου στὴν πεπτωκυῖα κατάσταση… Ἡ κατάσταση αὐτὴ συνιστᾶ μιά ποιμαντική πρόκληση γιὰ τὴν Ἐκκλησία, καθὼς μὲ τὴ μαρτυρία τῆς εὐαγγελικῆς ἀλήθειας καλεῖται νὰ κρατήσει ὁρατὴ τὴν ὁδὸ διαφυγῆς ἀπὸ αὐτὴ τὴν αἰχμαλωσία.

Ὁ ἀπόστολος Παῦλος, γράφοντας τὴν ἐγκύκλια ἐπιστολὴ πρὸς Ἐφεσίους καὶ λοιπούς, προσεύχεται ὑπὲρ αὐτῶν διαρκῶς, ὥστε νὰ φωτιστοῦν τὰ μάτια τῆς καρδιᾶς τους κι ἔτσι νὰ γνωρίσουν ποιὰ εἶναι ἡ ἐλπίδα τῆς κλήσεώς τους ἀπὸ τὸν Χριστό καὶ ποιὰ δύναμη προσπορίζονται ὅσοι ἀνταποκρίνονται σ᾽ αὐτὸ τὸ κάλεσμα («πεφωτισμένους τοὺς ὀφθαλμοὺς τῆς καρδίας ὑμῶν, εἰς τὸ εἰδέναι ὑμᾶς τὶς ἐστιν ἡ ἐλπὶς τῆς κλήσεως αὐτοῦ… καὶ τί τὸ ὑπερβάλλον μέγεθος τῆς δυνάμεως αὐτοῦ εἰς ἡμᾶς τοὺς πιστεύοντας»· Ἐφ. 1:16-20).

Ἡ δύναμη γιὰ τὴν ὁποία μιλάει ὁ ἀπόστολος Παῦλος δὲν ἔχει τὸ νόημα τῆς δύναμης τῆς ἐπικυριαρχίας ἐπί τῶν συνανθρώπων ἤ ἐπί τῶν συνειδήσεων, ἀλλὰ εἶναι μιὰ παράδοξη δύναμη. Ἐκεῖνοι ποὺ ἔχουν αὐτὴ τὴ δύναμη, γράφει στὴν Β΄ πρὸς Κορινθίους Ἐπιστολή, ἐνῶ εἶναι φτωχοί, κατορθώνουν νὰ πλουτίζουν πολλοὺς ἄλλους· ἐνῶ συναντοῦν προβλήματα, αὐτοὶ χαίρονται· ἐνῶ δὲν ἔχουν τίποτα, κατέχουν τὰ πάντα· κι ἐνῶ πεθαίνουν, ὑπάρχουν ἐν ζωῇ: «ὡς ἀποθνήσκοντες καὶ ἰδοὺ ζῶμεν, ὡς παιδευόμενοι καὶ μὴ θανατούμενοι, ὡς λυπούμενοι ἀεὶ δὲ χαίροντες, ὡς πτωχοὶ πολλοὺς δὲ πλουτίζοντες, ὡς μηδὲν ἔχοντες καὶ πάντα κατέχοντες» (Β΄ Κορ. 6: 9-10).

Εἶναι ἡ δύναμη τῆς ταπεινώσεως τοῦ ἴδιου τοῦ Χριστοῦ· «ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου οὐκ ἦλθε διακονηθῆναι, ἀλλὰ διακονῆσαι» (Μάρκ. 10: 44) καὶ μάλιστα συγχωρεῖ καὶ ἐξαιτεῖται τὴ συγχώρηση γιὰ τοὺς σταυρωτές, «Πάτερ, ἄφες αὐτοῖς, οὐ γάρ οἴδασι τί ποιοῦσι» (Λουκ. 23: 34).

Εἶναι ἡ δύναμη ποὺ ἀποκαλύπτεται στὸ πρόσωπο τῆς Θεοτόκου, ἡ ὁποία, ἐνῶ βλέπει τὸν Χριστὸ κρεμάμενον ἐν σταυρῷ καὶ τὴν καρδιά της διαπερνᾶ ρομφαία ὡς πόνος μητρικὸς καὶ δοκιμασία ἐσχάτη, ἔχει τὴ δύναμη νὰ συγχωρεῖ τοὺς χριστοκτόνους.

Εἶναι ἡ δύναμη ποὺ φανερώνεται στὸ πρόσωπο τοῦ κάθε Ἁγίου, ὅπως στὴ μαρτυρημένη περίπτωση τοῦ ἁγίου διακόνου καὶ πρωτομάρτυρος Στεφάνου, ποὺ ξεπερνᾶ τὸ διττὸ θάνατο τῆς δειλίας ἔναντι τοῦ θανάτου καὶ τῆς κακίας: «Κύριε Ἰησοῦ, δέξαι τό πνεῦμά μου… Κύριε, μὴ στήσῃς αὐτοῖς τήν ἁμαρτίαν ταύτην» (Πράξ. 7: 59-60).

Αὐτὴ ἡ ὁδός μᾶς πάει πολὺ πιὸ πέρα ἀπὸ τὶς θεωρίες τῆς ὑπομονετικῆς κοινωνικῆς ἀντίστασης, ὅπως στὸ παράδειγμα τῆς μὴ-βίας τοῦ Μαχάτμα Γκαντι (Mahatma Ghandi) ἢ τὶς ψυχαναλυτικὲς θεωρίες ὁριοθέτησης τῆς ἱκανοποίησης τῶν ἐνστίκτων… Μέσα στὸ πλαίσιο αὐτῶν τῶν θεωριῶν ἡ παραίτηση ἀπὸ τὴ βία κατανοείται ὡς μία κατ’ ἀνάγκη περιστολή, τὴν ὁποία ὁ ἄνθρωπος πρέπει νὰ ἀποδεχθεῖ ἤ νὰ ὑποστεῖ, χωρίς ὡστόσο νὰ πάψει νὰ διακατέχεται ἀπὸ τὴν ψυχικὴ ἐπιθυμία γιὰ κυριαρχία.

Μέσα στὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας δὲν ἔχουμε ἁπλῶς τὴν παραίτηση ἀπὸ τὴ βία ὡς μία κατ’ ἀνάγκη περιστολή, ἀλλὰ ἔχουμε τὴ βαθιὰ ψυχικὴ μεταμόρφωση τοῦ ἀνθρώπου, ὁ ὁποῖος ὄχι ἁπλῶς παύει νὰ βιαιοπραγεῖ, ἀλλὰ παύει καὶ νὰ διακατέχεται ἀπὸ τὴν ἐπιθυμία γιὰ βιαιοπραγία, καθὼς βιώνει τὴν ἔσχατη δύναμη, γιὰ τὴν ὁποία κάνει λόγο ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, λέγοντας «ἡ γάρ δύναμίς μου ἐν ἀσθενείᾳ τελειοῦται» (Β΄ Κορ. 12: 9).

Αν σου άρεσε, κοινοποίησέ το να το δουν και άλλοι!